Δευτέρα 4 Απριλίου 2016

ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ


Τώρα στα γεράματα, μάθε γέρο τ’ άρματα.

Χωρίς αμφιβολία ο Θοδωρής, είναι από τις πλέον σημαντικές μορφές της Ελληνικής επαναστάσεως του 1821, εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Και μπορεί να τον ξέρουμε όλοι σαν «Γέρο του Μοριά» αλλά τα άρματα τα σπούδαξε από μικρός, όπως έλεγε και ο ίδιος. Χρόνια στα μπετά,
ξεκίνησε την καριέρα του σαν αρματολός (δηλαδή στη μισθοδοσία των Οθωμανών), πέρασε στην αντίπερα όχθη σαν κουρσάρος των Ρώσσων το 1805 και κατέληξε στρατιώτης του Αγγλικού στρατού. Από εκεί κονόμησε και το κράνος που φορά σε όλους τους πίνακες.

Το 1818 μυείται στη Φιλική Εταιρία, Μασόνος γαρ, και μέχρι το τέλος της Επανάστασης δε σταματά να τουφεκίζει. Μερικές φορές και δικούς μας. Διότι εκτός από τους άλλους, εκείνη την περίοδο πυροβολιόμασταν και μεταξύ μας.  Είναι η αρρώστια που παιδεύει το έθνος και της έχουμε δώσει το χαριτωμένο όνομα «εμφύλιος».

Αχόρταγη ψυχή, σα μια μεγάλη γάτα σε μικρό κλουβί, έδωσε όλο του το είναι και έζησε με πάθος. Αγαπούσε το κρασί, το τραγούδι και συχνά, εξεπίτηδες, έβαζε φυτιλιές στα παλληκάρια του και τα έκανε χάζι να μαλώνουν.

Κάποτε στον Αγγλικό στρατό δεν είναι καπνό και άρχισε να σκαλίζει την πίπα του και να στρίψει ένα τσιγάρο με τo ντελβέ. Και ενώ το έστριβε μονολόγησε « άνθρωπος που θέλει να σώσει την πατρίδα του και δε μπορεί να κόψει μια κακιά συνήθεια». Και το πέταξε.

Ήταν μεγάλος οπαδός του κλεφτοπόλεμου, τον οποίο εφάρμοσε με τρομερή επιτυχία κόντρα στον Αιγύπτιο Ιμπραήμ. Ο τελευταίος τα είχε πάρει τόσο, που του έστειλε μήνυμα να βρεθούν οι στρατοί και να πολεμήσουν. Για να  του απαντήσει ο Γέρος να πολεμήσουν από 500 ή 1000 από κάθε πλευρά. Και αν ζορίζεται, να μονομαχήσουν οι δυο τους.  Όσο κατέβηκα εγώ, άλλο τόσο κατέβηκε και ο αλλοδαπός.

Κάποια στιγμή και ενώ η Ελλάδα έχει κάνει κράτος, ο Κολοκοτρώνης είναι μέλος της αυλής του Όθωνα, τον οποίο πολύ είχε στηρίξει για να γίνει βασιλιάς. Ένας αυλοκόλακας και τζιτζιφιόγκος, που ντρεπότανε να πει όλο το επώνυμο, του λέει: «καθήστε κύριε Κοτρώνη». Και του λέει ο δικός μας: «Τώρα που μου  κοψες τον κώλο πώς να κάτσω».

Και γράφει ο Σπύρος Μελάς: «Ένας νέος είχε ‘ρθει από τα βάθη της Ανατολής, στα 23 πρόσφυγας στην Τρίπολη. Με φαντασία γεμάτη από τα παραμύθια της Ασίας για τον Κολοκοτρώνη, έτρεξε, άμα έφτασε, στο σπίτι του, να ιδεί το υπεράνθρωπο τέρας. Βρήκε κόσμο πολύ εκεί πέρα. Ο Γέρος του Μοριά ήταν με άλλους καπεταναίους σε μια ισόγεια κάμαρη, αμέσως μετά την αυλή. Λαός κι αρματωμένοι ακόλουθοι φράζανε την πόρτα. Ο νέος δε μπορούσε να δει τίποτα, έσπρωχνε και σπρωχνότανε ν’ ανοίξει δρόμο. Ο Οικονόμου, γραμματικός του αρχηγού, τον έβλεπε. Του κίνησε την περιέργεια:
-Που θες να πας; Τον ρώτησε. Τι γυρεύεις;
-Να δω τον Κολοκοτρώνη.
Ο οικονόμου τον βοήθησε να φτάσει ως την πόρτα.
-Μα ποιος είναι; Ποιος;
Κοίταζε όλους τους άλλους, εκτός από το Γέρο του Μοριά, και ας ήταν ορθός. Όταν του είπαν, τέλος, αυτός είναι, απόμεινε βουβός, σαν κάποιος που βλέπει να σωριάζεται μπροστά του πύργος πανύψηλος. Δε μπορούσε να’ ρθει στα συγκαλά του. Σα να μην ήταν εκεί κανένας άλλος, είπε δυνατά, μιλώντας με τον εαυτό του.
-Μα αυτός είναι σαν όλους τους ανθρώπους!!!!!!
Και αυτή ήταν η καλύτερη φιλοφρόνηση που είχε ακούσει ποτέ του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια αντιπροσωπεύουν την προσωπική άποψη του/των σχολιαστή/στων. Δεν δημοσιεύονται υβριστικά σχόλια